Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως η γοητεία στους άνδρες άνω των 40 ετών βρίσκεται στους γκριζαρισμένους κροτάφους. Τι ισχύει όμως για αυτούς που βλέπουν τα μαλλιά τους να αλλάζουν χρώμα και να γίνονται πιο λευκά από μικρότερη ηλικία, ακόμη και πολύ πριν από τα πρώτα «άντα»;
Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι λευκοί άνθρωποι αρχίζουν να εμφανίζουν γκρίζες τρίχες περίπου στα μέσα της δεκαετίας των 30, οι Ασιάτες λίγο πριν τα 40 και οι Αφροαμερικανοί στα μέσα της δεκαετίας των 40. Μάλιστα, οι μισοί από όλους τους ανθρώπους- ανεξαρτήτα από το χρώμα του δέρματος τους- έχουν αυξημένες πιθανότητες να γκριζάρουν μέχρι την ηλικία των πενήντα ετών.
Για το όχι και τόσο ασυνήθιστο φαινόμενο των γκρίζων μαλλιών, υπεύθυνη είναι η χρωστική του δέρματος, η μελανίνη. Κάθε θύλακας τρίχας περιέχει μελανινοκύτταρα που έχουν την ιδιότητα να παράγουν ευμελανίνη (που είναι μαύρη ή σκούρα καστανή) και δαιομελανίνη (που είναι πορτοκαλί ή κίτρινη). Αυτοί οι δυο τύποι μελανίνης, χρωματίζουν τα κερατινοκύτταρα (τα κύτταρα της τρίχας και της επιδερμίδας) ενώ όσο μεγαλώνουμε, τόσο μειώνεται και ο αριθμός των μελανοκυττάρων με αποτέλεσμα να μειώνεται παράλληλα και η χρωστική των τριχών.
Πιο συγκεκριμένα, οι βασικοί λόγοι γκριζαρίσματος των μαλλιών- για άνδρες και γυναίκες- είναι οι εξής:
- Κληρονομικότητα
Ο πιο καθοριστικός λόγος για το γκριζάρισμα των μαλλιών, δεν είναι άλλος από τα γονίδια. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με την αδρογενή αλωπεκίαση, έτσι και σε ότι αφορά το γκριζάρισμα των μαλλιών, η γενετική προδιάθεση παίζει τον πιο σημαντικό ρόλο. Μάλιστα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, η γενετική δεν καθορίζει μόνο το χρώμα των μαλλιών αλλά ακόμη και την ηλικία από την οποία θα ξεκινήσουν να εμφανίζονται άσπρες τρίχες.
- Άγχος και στρες
Υπεύθυνο για πολλά προβλήματα υγείας, το στρες δεν θα μπορούσε να λείπει από την γήρανση των μαλλιών. Τα επίπεδα του άγχους ενισχύουν την παραγωγή υπεροξειδίου του υδρογόνου, το πλεόνασμα του οποίου συσσωρεύεται στη συνέχεια μέσα στους θύλακες των τριχών, προκαλώντας έτσι το θάνατο των μελανοκυττάρων, που προκαλεί γκριζάρισμα των μαλλιών.
- Κάπνισμα
Είναι γνωστό πως τουλάχιστον 43 από τις χημικές ουσίες που βρίσκονται στον καπνό, έχουν αποδεδειγμένα καρκινικές ιδιότητες. Αυτό που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι πως το τσιγάρο ευθύνεται καθοριστικά και για το πρόωρο γκριζάρισμα των μαλλιών καθώς σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες και έρευνες, οι “θεριακλήδες” έχουν ιδιαίτερα αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν γκρίζα μαλλιά- και μάλιστα σε νεαρή ηλικία- σε σχέση με τους μη καπνιστές.
- Κακή διατροφή
Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, η σωστή διατροφή παίζει καθοριστικό ρόλο στο θέμα της τριχόπτωσης αλλά και σε ότι αφορά το γκριζάρισμα των μαλλιών. Η θρεπτική διατροφή, που περιλαμβάνει τροφές πλούσιες σε αντιοξειδωτικά, ασβέστιο και αμινοξέα, μπορεί να βοηθήσει καταλυτικά στην προώθηση της μελανογένεσης, της διαδικασίας παραγωγής μελανίνης, που είναι απαραίτητη για τα μαλλιά προκειμένου να διατηρούν το φυσικό τους χρώμα. Αντίθετα, η διατροφή που είναι φτωχή σε θρεπτικά συστατικά, δεν βοηθά στην παραγωγή χρωστικής ουσίας, επιταχύνοντας ουσιαστικά το γκριζάρισμα των μαλλιών.
- Λεύκη
Η Λεύκη είναι μια δερματική πάθηση στην οποία κάποιες περιοχές του χάνουν σταδιακά τη φυσιολογική τους χρωστική και γίνονται λευκές. Συγκεκριμένα, ο ίδιος ο οργανισμός καταστρέφει -για άγνωστους λόγους- ορισμένα μελανοκύτταρα σε κάποια σημεία του σώματος και έτσι δεν παράγεται εκεί μελανίνη, με αποτέλεσμα να ασπρίζει το δέρμα αλλά και οι τρίχες, τόσο στα μαλλιά όσο και στα γένια. Πρόκειται για μια αυτοάνοση νόσο, που δεν ανήκει στα λοιμώδη ή μεταδοτικά νοσήματα και δεν μεταδίδεται με σωματική επαφή από τον πάσχοντα στους υγιείς. Ωστόσο, συσχετίζεται με ορισμένα νοσήματα όπως αυτά του θυρεοειδούς ενώ στην εκδήλωση της μπορεί να υπάρχει μιας μορφής κληρονομικότητα.
- Προϊόντα περιποίησης μαλλιών
Η αγορά προϊόντων περιποίησης μαλλιών είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση αφού δεν είναι λίγα τα προϊόντα που όχι μόνο δεν συμβάλουν στην περιποίηση της τρίχας αλλά αντίθετα, προκαλούν ζημιά. Μάλιστα, αρκετά από αυτά (όπως σαμπουάν και βαφές μαλλιών) περιέχουν αυξημένη ποσότητα υπεροξειδίου του υδρογόνου (φυσικό οξειδωτικό) που εμποδίζει την παραγωγή χρωστικής με αποτέλεσμα την εμφάνιση γκρίζων μαλλιών.